slovnyk-ua.com Безкоштовний онлайн мова словник.

вишикувати на грецьки

Слово:
вишикувати (Кількість букв: 10)
Словник:
українською-грецьки
Переклади (36):
άφθονος, αγενής, ανοικτός, αντιπαθητικός, απεχθής, αυλάκι, βαθμίδα, βαθμός, γίνομαι, γραμμή, ευθυγραμμίζω, ισημερινός, κανόνας, κατεύθυνση, κορδόνι, κυνικός, λίπος, λιπαρός, μάζα, μόδα, ουρά, παραμεθόριος, ροπή, ρυτίδα, σειρά, σκοινί, σπεσιαλιτέ, τάξη, τάση, τίτλος, τοποθετώ, τραχύς, φτιάχνω, χοντρός, χορδή, όριο
Пов'язані слова:
грецьки вишикувати, вишикувати на грецьки, άφθονος на українською
вишикувати на грецьки